Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010

«Σχεδίασμα Κολάσεως»

«Σ' εκείνο το νησί, που 'χει σπυριάρα ράχη και βουνά μ' αντάρτες νικητές, ράθυμα ψύχεται η πυρά της πέτρας. Πένθιμο σέλας προϋπαντεί την Νύχτα. Καπνοί ξεμυτάν απ' τις σπηλιές με νεφελώματα και μυρωδιές. Βλάστημα θυμιάματα στέλνουν κατά δω. Πηχτός αέρας αρπίζει τα κρόταλα των σαμάνων. Οι τριανταφυλλιές νωπές ακόμη, στάλες κρασί και αίμα στα φύλλα τους βαστούν απ' τη βροχή του απογεύματος. Κι ο αδερφός του Γκιόνη φιγούρα θολή, ικεσίες συγχώρεσης ψελλίζει…
Κάτω απ' το ίδιο σαθρό φεγγάρι, μασκαράδες δέονται στο Σατανά, καθώς με δέρματα και προβιές ντυμένοι, αλυχτούν μες στα καμένα δέντρα. Γύρω τους σιχαμερά κακάσχημα πουλιά ουρλιάζουν. Μάταια. Σε λίγη ώρα οι αλεπούδες θα σκαρφαλώσουν κι απόψε πάνω στις φωλιές τους. Κι απόψε θα κατασπαράξουν τα αυγά τους. Κι απόψε θα γευτούν τα έμβρυα των ανθρώπων που μέσα επωάζουν.
Πίσω στον οικισμό, η Μόρα ξυπνά και καθρεπτίζεται. Τα γέρικα της λιγοστά μαλλιά κοιτά. Χτενίζεται. Ετοιμάζεται για τη δουλειά. Φορά τις τρύπιες γαλότσες της, με το παχύ τακούνι για να πατά τα στέρνα, κι έχει μαζί της φυλαχτό σ' ένα πανί, δυο φρέσκες καρδιές περιστεριών. Την ίδια ώρα στα παρακείμενα μπουντρούμια κατάδικοι με χιλιάδες βδέλλες - σαλίγκαρους στο δέρμα, δέχονται με συγκατάβαση τα φίμωτρά τους από διαόλους με πηλίκια, ενώ στο κοντινότερο λιμάνι οι βαρκάρηδες μετράνε τάλιρα, κι ύστερα κοιτούν τα παραγάδια τους. Απόψε όπως και κάθε νύχτα στάθηκαν τυχεροί. Έπιασαν ψάρια που είχαν μασήσει γάτες. Γάτες που είχαν μασήσει σκυλιά. Σκυλιά που είχαν μασήσει ψυχές, και βρικόλακες που εκκολάπτονται σε τοίχους ερειπίων.
Πιο πέρα, το Κτήνος που ξυπνάει, μοιάζει με…»

Φωνές, συνθήματα και πέτρες ακούστηκαν τότε, στον ημισκότεινο δρόμο έξω από το Πνευματικό Κέντρο επί της οδού Κέας, και διέκοψαν τον τελευταίο ομιλητή του ποιητικού διαγωνισμού «Σχεδίασμα Κολάσεως» που έδινε την δική του καλλιτεχνική εκδοχή για αυτόν τον διφορούμενο κι αποτρόπαιο τόπο. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, οι φωνές έγιναν ακόμη πιο βίαιες, ώσπου η ανακατωσούρα μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών, δέχτηκε προς στιγμήν πλήγμα αλεξικέραυνου, από τον ήχο που ξέρασε ένα υπηρεσιακό όπλο. Μέσα στην αίθουσα, παρά το μικρό μελίσσι ψιθύρων που ξέσπασε για τεσσεράμισι ολόκληρα δεύτερα, άπαντες πειθάρχησαν άμεσα στο "παρακαλώ !" και το διπλό παλαμάκι του συντονιστή της βραδιάς και άμεσα συντονίσθησαν και πάλι με τις σχεδόν χαμηλές συχνότητες της φωνής του δημιουργού. Τελικώς, το πρώτο βραβείο του διαγωνισμού, έλαβε το σουρεαλιστικό ποίημα «Η εκπυρσοκρότηση της ανθοστήλης» του διάσημου ποιητή και ζωγράφου Muschal Zigveau.

Δεν υπάρχουν σχόλια: